Финт στα ελληνικά
Μετάφραση: финт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλπο, προσποίηση, τρικ, ξεγελώ, αντιπερισπασμός, αντιπερισπασμό, feint, αχνή
Μεταφράσεις
- аргентинка στα ελληνικά - Αργεντινής, της Αργεντινής, Αργεντινή, Αργεντίνικη
- водоворот στα ελληνικά - ρουφήχτρα, άβυσσος, στροβιλίζομαι, χάσμα, κόλπος, δίνη, υδρομασάζ, ...
- горох στα ελληνικά - μπιζέλι, μπιζέλια, αρακάς, τα μπιζέλια, πίσα, αρακά
- дилетант στα ελληνικά - σοσιαλιστής, ερασιτέχνης, ερασιτεχνικός, ερασιτέχνες, ερασιτεχνικό, ερασιτεχνική, ερασιτέχνη
Τυχαίες λέξεις
Финт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλπο, προσποίηση, τρικ, ξεγελώ, αντιπερισπασμός, αντιπερισπασμό, feint, αχνή
Μεταφράσεις: κόλπο, προσποίηση, τρικ, ξεγελώ, αντιπερισπασμός, αντιπερισπασμό, feint, αχνή