Флот στα ελληνικά
Μετάφραση: флот, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαλάσσιος, ναυτικό, ναυτιλία, στόλος, πεζοναύτης, νηοπομπή, στόλου, στόλο, του στόλου, στόλων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аррорут στα ελληνικά - αραρούτι, αραρούτη, μαραντάμυλο, αραρούτης, αρραρούτης
- блаженство στα ελληνικά - ευδαιμονία, ευλογία, ευδαιμονίας, ευτυχία, ευτυχίας, μακαριότητα
- вдергивать στα ελληνικά - τραβώ, τράβηγμα, vdergivat
- втяжной στα ελληνικά - αναδιπλούμενων, συστελλόμενους, συσταλτού, ανασυρώμενη, επεκτάσιμο
Τυχαίες λέξεις
Флот στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαλάσσιος, ναυτικό, ναυτιλία, στόλος, πεζοναύτης, νηοπομπή, στόλου, στόλο, του στόλου, στόλων
Μεταφράσεις: θαλάσσιος, ναυτικό, ναυτιλία, στόλος, πεζοναύτης, νηοπομπή, στόλου, στόλο, του στόλου, στόλων