Футеровка στα ελληνικά

Μετάφραση: футеровка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φόδρα, επένδυση, επένδυσης, επενδύσεως, εσωτερική επένδυση
Футеровка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • валек στα ελληνικά - κουπί, εξωτερικό στήριγμα ακάτου, Outrigger, με προώστες, ζυγοστάτη, το ζυγοστάτη
  • вульгаризм στα ελληνικά - χυδαϊσμός
  • делец στα ελληνικά - πόλη, χειριστής, έμπορος, επιχειρηματίας, επιχειρηματία, επιχειρηματίας που, επιχειρηματία που
  • довершение στα ελληνικά - τελείωμα, ολοκλήρωση, κορυφή, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
Τυχαίες λέξεις
Футеровка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φόδρα, επένδυση, επένδυσης, επενδύσεως, εσωτερική επένδυση