Хлебопек στα ελληνικά

Μετάφραση: хлебопек, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φούρναρης, αρτοποιός, Baker, αρτοποιού, Μπέικερ
Хлебопек στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • акклиматизировавшийся στα ελληνικά - εγκλιματιστεί, εγκλιματίστηκαν, εγκλιματίζονται, εγκλιματισμένο, εγκλιματίζεται
  • антиномия στα ελληνικά - αντινομία, η αντινομία, αντινομίας, αντινομία τούτη
  • афганка στα ελληνικά - Αφγανός, του Αφγανιστάν, αφγανική, αφγανικού, αφγανικό
  • выбриться στα ελληνικά - ξυρίζομαι, ξύρισμα, ξυρίσετε, ξυρίσει, ξυρίζουν, ξυρίσουν
Τυχαίες λέξεις
Хлебопек στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φούρναρης, αρτοποιός, Baker, αρτοποιού, Μπέικερ