Цедилка στα ελληνικά
Μετάφραση: цедилка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, σουρωτήρι, διηθητήρα, σίτα, στραγγιστήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ампутация στα ελληνικά - αποκοπή, ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, ο ακρωτηριασμός, τον ακρωτηριασμό
- буржуа στα ελληνικά - αστός, αστική, αστικής, αστικό, αστικού
- взаимодействует στα ελληνικά - αλληλεπιδρά, αλληλαντιδρά, αλληλεπιδρά το, να αλληλεπιδρά
- германизировать στα ελληνικά - Germanize
Τυχαίες λέξεις
Цедилка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, σουρωτήρι, διηθητήρα, σίτα, στραγγιστήρα
Μεταφράσεις: κρησαρίζω, φίλτρο, διηθώ, σουρωτήρι, διηθητήρα, σίτα, στραγγιστήρα