Черенок στα ελληνικά

Μετάφραση: черенок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παγανίζω, μεταχειρίζομαι, μόσχευμα, ζυγιάζω, ζυγίζω, μπολιάζω, στείρα, μίσχος, στέλεχος, χερούλι, χειρίζομαι, άξονας, κυνηγώ, κοτσάνι, μίσχο, μίσχου, ποδίσκο
Черенок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • баронет στα ελληνικά - βαρονέτος, βαρωνίσκος, βαρονέτου
  • вершки στα ελληνικά - κρέμα, κορυφές, κορυφών, τις κορυφές, κορυφές των, μπλούζες
  • высокочастотный στα ελληνικά - υψηλής συχνότητας, υψηλών συχνοτήτων, υψηλή συχνότητα, υψηλές συχνότητες
  • древесина στα ελληνικά - ξύλο, ξυλεία, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο
Τυχαίες λέξεις
Черенок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παγανίζω, μεταχειρίζομαι, μόσχευμα, ζυγιάζω, ζυγίζω, μπολιάζω, στείρα, μίσχος, στέλεχος, χερούλι, χειρίζομαι, άξονας, κυνηγώ, κοτσάνι, μίσχο, μίσχου, ποδίσκο