Чесалка στα ελληνικά

Μετάφραση: чесалка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτένα, κυμάτισμα, χτενίζω, κελαρύζω, κυματισμός, ξαίνω, λαναρίζω, hackle
Чесалка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ампутация στα ελληνικά - αποκοπή, ακρωτηριασμός, ακρωτηριασμό, ακρωτηριασμού, ο ακρωτηριασμός, τον ακρωτηριασμό
  • вдвойне στα ελληνικά - σωσίας, διπλασιάζω, διπλός, διπλάσια, διπλά, διπλής, διπλή, ...
  • вскормить στα ελληνικά - σηκώνω, αναστηλώνω, υψώνω, ανατρέφω, καλλιεργώ, τρέφω, θρέφουν, ...
  • выбрасываемый στα ελληνικά - διαθέσιμο, μίας χρήσης, διαθέσιμου, μιας χρήσης, χρήσεως
Τυχαίες λέξεις
Чесалка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτένα, κυμάτισμα, χτενίζω, κελαρύζω, κυματισμός, ξαίνω, λαναρίζω, hackle