Чёрный στα ελληνικά
Μετάφραση: чёрный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόχειρος, τραχύς, σκληρός, μαύρος, εβένινος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аэробиология στα ελληνικά - Αεροβιολογία
- везучий στα ελληνικά - τυχερός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
- дико στα ελληνικά - άγρια, εξωφρενικά
- донкихот στα ελληνικά - Δον Κιχώτης, Δον Κιχώτη, ο Δον Κιχώτης, του Δον Κιχώτη, τον Δον Κιχώτη
Τυχαίες λέξεις
Чёрный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόχειρος, τραχύς, σκληρός, μαύρος, εβένινος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
Μεταφράσεις: πρόχειρος, τραχύς, σκληρός, μαύρος, εβένινος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες