Шалун στα ελληνικά
Μετάφραση: шалун, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, varmint
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бальзамический στα ελληνικά - γλυκός, βαλσαμώδης, βαλσαμώδες, βαλσαμώδεις, βαλσαμώδη
- башмак στα ελληνικά - παντόφλα, μπότα, πεταλώνω, παπούτσι, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, ...
- биология στα ελληνικά - βιολογία, Βιολογίας, Biology, της βιολογίας, τη βιολογία
- жизнеутверждающий στα ελληνικά - ουσιώδης, ζωτικός, ζωτικής σημασίας, ζωτικό, ζωτική, ζωτικής
Τυχαίες λέξεις
Шалун στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, varmint
Μεταφράσεις: μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, varmint