Шанс στα ελληνικά
Μετάφραση: шанс, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνδυνος, διακυβεύω, πιθανότητα, ευκαιρία, τύχη, αποτολμώ, συγκυρία, δυνατότητα, πιθανότητες, την ευκαιρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аукцион στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
- банкомет στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
- выноситься στα ελληνικά - βέλος, ξεπετάγομαι, επιβάλλονται, που επιβάλλονται, επέβαλε, επιβληθεί, επιβλήθηκε
- двустворчатый στα ελληνικά - δίθυρος, κυνόδοντας, δύο αιχμές
Τυχαίες λέξεις
Шанс στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνδυνος, διακυβεύω, πιθανότητα, ευκαιρία, τύχη, αποτολμώ, συγκυρία, δυνατότητα, πιθανότητες, την ευκαιρία
Μεταφράσεις: κίνδυνος, διακυβεύω, πιθανότητα, ευκαιρία, τύχη, αποτολμώ, συγκυρία, δυνατότητα, πιθανότητες, την ευκαιρία