Шипение στα ελληνικά

Μετάφραση: шипение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφυρίζω, τσιγαρίζω, τσιτσιρίζω, τσιτσίρισμα, sizzle, σύριγμα, άχνισμα, συρίζω καιομένος
Шипение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аутизм στα ελληνικά - αυτισμό, αυτισμού, αυτισμός, τον αυτισμό, ο αυτισμός
  • верный στα ελληνικά - δίκαιος, θετικός, γνήσιος, αδιάπτωτος, αγαθός, αυθεντικός, ακριβής, ...
  • верста στα ελληνικά - φανέλα, φανελάκι, Verst
  • вскрываться στα ελληνικά - αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, διάλλειμα, άνοιξε, άνοιξαν, ανοίγει, ...
Τυχαίες λέξεις
Шипение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφυρίζω, τσιγαρίζω, τσιτσιρίζω, τσιτσίρισμα, sizzle, σύριγμα, άχνισμα, συρίζω καιομένος