Шлем στα ελληνικά

Μετάφραση: шлем, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκέπασμα, τιμόνι, οικόσημο, πηδάλιο, κράνος, καπάκι, κράνους, το κράνος, περικεφαλαία, του κράνους
Шлем στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ванна στα ελληνικά - μπάνιο, μπανιέρα, σαπιοκάραβο, λουτρό, μπανιέρα με
  • голоштанник στα ελληνικά - goloshtannik
  • двадцатилетний στα ελληνικά - είκοσι, εικοστή, από είκοσι
  • жизнеспособность στα ελληνικά - χυμός, ζωτικότητα, ζουμί, εξαντλώ, βιωσιμότητα, βιωσιμότητας, βιωσιμότητά, ...
Τυχαίες λέξεις
Шлем στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκέπασμα, τιμόνι, οικόσημο, πηδάλιο, κράνος, καπάκι, κράνους, το κράνος, περικεφαλαία, του κράνους