Штат στα ελληνικά
Μετάφραση: штат, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κράτος, κρατίδιο, ίδρυση, προσωπικό, προσωπικού, το προσωπικό, του προσωπικού, υπαλλήλων
Μεταφράσεις
- безграничность στα ελληνικά - άπειρο, υπερχείλισης, το άπειρο, τύπου infinity, απείρου
- выдумщик στα ελληνικά - εφευρέτης, ρωμαντικός
- елейность στα ελληνικά - χρίσμα, μύρο, το χρίσμα, ευχέλαιο, χρίσματος
- жесть στα ελληνικά - μπορώ, κασσίτερος, κουτί, κονσέρβα, λευκοσιδήρου, λευκοσίδηρο, επικασσιτέρωσης
Τυχαίες λέξεις
Штат στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κράτος, κρατίδιο, ίδρυση, προσωπικό, προσωπικού, το προσωπικό, του προσωπικού, υπαλλήλων
Μεταφράσεις: κράτος, κρατίδιο, ίδρυση, προσωπικό, προσωπικού, το προσωπικό, του προσωπικού, υπαλλήλων