Щупать στα ελληνικά

Μετάφραση: щупать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πινελιά, υφή, νιώθω, αισθάνομαι, αγγίζω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Щупать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аппарель στα ελληνικά - ράμπα, διαδρόμου, ράμπας, κλιμάκωση, κεκλιμένου επιπέδου
  • выстрадать στα ελληνικά - παθαίνω, αντέχω, πάσχω, υπομένω, υποφέρω, υποφέρουν, πάσχουν, ...
  • дантист στα ελληνικά - οδοντίατρος, οδοντίατρο, οδοντιάτρου, οδοντίατρό, τον οδοντίατρό
  • заварить στα ελληνικά - μαγειρεύω, ποτό, βράσιμο, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, κάνω, φτιάχνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Щупать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πινελιά, υφή, νιώθω, αισθάνομαι, αγγίζω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε