Λέξη: ψυχρός

Σχετικές λέξεις: ψυχρός

ψυχρός βρασμός, ψυχρός φωτισμός, ψυχρός πόλεμος, ψυχρός συνώνυμο, ψυχρός πόλεμο, ψυχρός όζος, ψυχρός εκτελεστής, ψυχρός πηλός, ψυχρός όζος θυρεοειδούς, ψυχρός ώμος

Συνώνυμα: ψυχρός

ψύχος, κρύος, δροσερός, ψύχραιμος, ατάραχος, απαθής, γυμνός, έρημος, θλιβερός, καταψυχρός, κατεψυγμένος, παγερός

Μεταφράσεις: ψυχρός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frigid, remote, frosty, chilly, cold, cool
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apartado, lejano, separado, remoto, frígido, frío, fría, de frío, frías, helado
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eisig, abgelegen, fern, entfernt, fernbedienung, gefühlskalt, kalt, entfernte, frostig, kühl, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lointain, étranger, distant, étrange, frisquet, frais, glacial, écarté, inaccessible, reculé, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ghiacciato, remoto, distante, lontano, gelido, freddo, gelida, fresco
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reformar, frio, remoto, relançar, distante, friorento, esfriar, chilly, fria
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ver, ververwijderd, veraf, kil, ijzig, ijskoud, verwijderd, verafgelegen, koud, afgelegen, ...
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
небольшой, далекий, седой, нелюдимый, труднодоступный, индифферентный, отдаленный, незначительный, давнопрошедший, слабый, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kald, fjern, avsides, iskald, kjølig, kaldt, kaldt der, kalde
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kylig, avlägsen, kyliga, kyligt, kallt, kall
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
etäinen, kolea, kylmä, viileä, viileämpää, viileää
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fjern, kølige, kølig, køligt, kold, kolde
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
studený, vzdálený, nepřístupný, frigidní, daleký, chladný, mrazivý, odlehlý, ledový, chladno, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oziębły, daleki, zimny, odległy, zdalny, mroźny, lodowaty, nieprzystępny, obcy, chłodny, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zúzmarás, jeges, jégvirágos, frigid, hűvös, hideg, chilly, fagyos, csípős
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uzak, soğuk, serin, soğuk bir, chilly
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крижаною, холодне, сивої, безпощадний, морозний, крижаний, безжалісний, нещадний, безжальний, холодний, ...
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
telekomanduesi, ftohtë, freskët, i ftohtë, i freskët, të ftohtë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хладно, мразовит, мразовита, хладен, хладната
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
холад, холадна, халодна, холодно, сцюдзёна
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kauge, jäine, härmas, külm, frigiidne, jahe, tšilli, tšilliga, tsilli, chilly
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zamrznut, studen, leden, hladan, udaljeni, neznatan, daljinski, izdvojen, zabačen, prohladno, ...
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fjarlægur, afskekktur, Chilly, kalt
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
gelidus, longinquus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atokus, tolimas, vėsus, šalta, šaltokas, chilly, sušalęs
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
attāls, salīgs, auksts, vēss, vēsi
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Студеното, студено, зиморничав, ладно, ладно ми е
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
îngheţat, îndepărtat, rece, frig, răcoroasă, racoroase, răcoros
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
frigidní, hladen, studenc, chilly, hladno, Prohladan
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
studený, vzdialený, frigidní, mrazivý, chladný

Στατιστικά δημοτικότητας: ψυχρός

Τυχαίες λέξεις