Экономический στα ελληνικά
Μετάφραση: экономический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φειδωλός, οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выесть στα ελληνικά - vyest
- выправлять στα ελληνικά - δικαίωμα, σωστός, επανορθώνω, διορθώνω, επισκευάζω, δεξιός, αποκαθιστώ, ...
- дельтаплан στα ελληνικά - Αιωρόπτερα
- дробовик στα ελληνικά - κυνηγετικό όπλο, καραμπίνα, όπλο, όπλου
Τυχαίες λέξεις
Экономический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φειδωλός, οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
Μεταφράσεις: φειδωλός, οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές