Языческий στα ελληνικά

Μετάφραση: языческий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό
Языческий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аллюзия στα ελληνικά - νύξη, υποδηλώνω, υπαινιγμός, στέκα, υπαινιγμό, υπαινιγμούς, συνειρμός
  • газирование στα ελληνικά - εξαερισμός, αερισμός, αερισμού, αερισμό, ο αερισμός
  • глобальный στα ελληνικά - παγκόσμια, παγκόσμιες, παγκόσμιο, παγκόσμιας, παγκόσμιων
  • дядюшка στα ελληνικά - θείος, ο θείος, Uncle, Μπάρμπα, το θείο
Τυχαίες λέξεις
Языческий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθνικός, ειδολολάτρης, αλλόθρησκος, ειδωλολάτρες, ειδωλολατρών, ειδωλολατρικό