Врвот στα ελληνικά
Μετάφραση: врвот, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικόσημο, στέμμα, ποδοκόπι, κορυφή, κορόνα, θήκη, ρεγάλο, κορώνα, κορυφώνω, αιχμή, πουρμπουάρ, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- војната στα ελληνικά - πόλεμος, πολέμου, πόλεμο, τον πόλεμο, του πολέμου
- вратата στα ελληνικά - πόρτα, πόρτας, θύρα, θύρας, θυρών
- времето στα ελληνικά - φορά, χρόνος, καιρός, ώρα, χρόνο, χρόνου
- вулкан στα ελληνικά - τρύπα, ηφαίστειο, διέξοδος, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, του ηφαιστείου
Τυχαίες λέξεις
Врвот στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικόσημο, στέμμα, ποδοκόπι, κορυφή, κορόνα, θήκη, ρεγάλο, κορώνα, κορυφώνω, αιχμή, πουρμπουάρ, πάνω, επάνω, κορυφαία, top
Μεταφράσεις: οικόσημο, στέμμα, ποδοκόπι, κορυφή, κορόνα, θήκη, ρεγάλο, κορώνα, κορυφώνω, αιχμή, πουρμπουάρ, πάνω, επάνω, κορυφαία, top