Генитив στα ελληνικά
Μετάφραση: генитив, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενική, γενική πτώση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ген στα ελληνικά - συντελεστής, παράγοντας, γονίδιο, γονιδίου, γονίδιο που, γονιδιακή, γονιδιακής
- генетика στα ελληνικά - γενετική, γενετικής, τη γενετική, η γενετική, της γενετικής
- географија στα ελληνικά - γεωγραφία, Γεωγραφίας, τη γεωγραφία, η γεωγραφία, της γεωγραφίας
- геологија στα ελληνικά - γεωλογία, Γεωλογίας, τη γεωλογία, Γεωλογικών, η γεωλογία
Τυχαίες λέξεις
Генитив στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενική, γενική πτώση
Μεταφράσεις: γενική, γενική πτώση