Планина στα ελληνικά
Μετάφραση: планина, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρος, αυξάνομαι, ανεβαίνω, βουνό, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- плажата στα ελληνικά - αμμουδιά, ακτή, γιαλός, παραλία, παραλίας, θάλασσα, την παραλία, ...
- планета στα ελληνικά - πλανήτης, πλανήτη, τον πλανήτη, του πλανήτη, ο πλανήτης
- пластика στα ελληνικά - πλαστικός, γυμναστική, σωματική αγωγή, σωματικής αγωγής, τη σωματική αγωγή, calisthenics
- плектрум στα ελληνικά - συλλέγω, μαζεύω, κασμάς, plektrum
Τυχαίες λέξεις
Планина στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρος, αυξάνομαι, ανεβαίνω, βουνό, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
Μεταφράσεις: όρος, αυξάνομαι, ανεβαίνω, βουνό, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό