Правото στα ελληνικά

Μετάφραση: правото, Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξιός, δικαίωμα, σωστός, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Правото στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • правопис στα ελληνικά - ορθογραφία, ορθογραφικά, ορθογραφίας, την ορθογραφία, ορθογραφικό
  • правот στα ελληνικά - σκόνη, ευθύτητα, ευθύτητας, ευθύγραμμο, η ευθύτητα, ευθύτητος
  • прагот στα ελληνικά - κατώφλι, όριο, κατωφλίου, ορίου, κατώτατο όριο
  • предизвикот στα ελληνικά - πρόκληση, προκαλώ, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για
Τυχαίες λέξεις
Правото στα ελληνικά - Λεξικό: σλαβομακεδονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξιός, δικαίωμα, σωστός, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα