Celkový στα ελληνικά
Μετάφραση: celkový, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αισχρός, ποδιά, ολικός, σύνολο, ακαθάριστος, στρατηγός, γενικός, χοντρός, πρόστυχος, συνολικός, συνολικά, συνολική, συνολικής, γενική, συνολικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- celistvosť στα ελληνικά - ακεραιότητα, ακεραιότητας, την ακεραιότητα, της ακεραιότητας, η ακεραιότητα
- celkom στα ελληνικά - εντελώς, όμορφη, αρκετά, πολύ, όμορφο, λίγο
- celofán στα ελληνικά - σελοφάν, σελλοφάν, από σελοφάν, το σελοφάν, σελοφάνης
- celonoční στα ελληνικά - τη νύχτα, διανυκτέρευση, όλη τη νύκτα, όλη τη νύχτα, διάρκεια της νύχτας
Τυχαίες λέξεις
Celkový στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αισχρός, ποδιά, ολικός, σύνολο, ακαθάριστος, στρατηγός, γενικός, χοντρός, πρόστυχος, συνολικός, συνολικά, συνολική, συνολικής, γενική, συνολικό
Μεταφράσεις: αισχρός, ποδιά, ολικός, σύνολο, ακαθάριστος, στρατηγός, γενικός, χοντρός, πρόστυχος, συνολικός, συνολικά, συνολική, συνολικής, γενική, συνολικό