Denní στα ελληνικά
Μετάφραση: denní, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, μέρα, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demontovať στα ελληνικά - αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει
- denne στα ελληνικά - καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
- deodorant στα ελληνικά - αποσμητικό, αποσμητικά, αποσμητικού, αποσμητική, αποσμητικές
- depeše στα ελληνικά - αποστολής, αποστολή, την αποστολή, της αποστολής
Τυχαίες λέξεις
Denní στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, μέρα, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Μεταφράσεις: καθημερινός, μέρα, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες