Komplikovať στα ελληνικά

Μετάφραση: komplikovať, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, περιπλέξει, περιπλέκει, να περιπλέξει
Komplikovať στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • komplex στα ελληνικά - πολύπλοκος, πολυσύνθετος, σύνθετος, περίπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
  • komplikovaný στα ελληνικά - λεπτομερής, περίτεχνος, προσεγμένος, περίπλοκος, πολύπλοκος, περίπλοκη, περίπλοκο, ...
  • kompliment στα ελληνικά - φιλοφρόνηση, κομπλιμέντο, συγχαρώ, κοπλιμέντο, έπαινο
  • komplot στα ελληνικά - πλοκή, συνωμοτώ, συνωμοσία, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για
Τυχαίες λέξεις
Komplikovať στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, περιπλέξει, περιπλέκει, να περιπλέξει