Kráčať στα ελληνικά

Μετάφραση: kráčať, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε
Kráčať στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • krátkozraký στα ελληνικά - μυωπικός, μύωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, κοντόφθαλμες, μυωπική
  • krátky στα ελληνικά - κοντός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
  • krém στα ελληνικά - μαστιγώνω, νικώ, κρέμα, μαστίζω, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, ...
  • krémový στα ελληνικά - κρέμα, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
Τυχαίες λέξεις
Kráčať στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περπατώ, σεργιανίζω, βόλτα, περίπατος, τα πόδια, περπατήσετε