Ložisko στα ελληνικά

Μετάφραση: ložisko, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, έδρανο, στάση, ρουλεμάν, φέρει, εδράνου, που φέρει
Ložisko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • loď στα ελληνικά - βάρκα, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
  • loďstvo στα ελληνικά - στόλος, θαλάσσιος, νηοπομπή, πεζοναύτης, στόλου, στόλο, του στόλου, ...
  • luh στα ελληνικά - υδρομέλι, υδρόμελι, υδρομελιού, mead, το υδρόμελι, υδρομελιών
  • lukratívni στα ελληνικά - επικερδής, προσοδοφόρα, προσοδοφόρες, επικερδείς, κερδοφόρα
Τυχαίες λέξεις
Ložisko στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, έδρανο, στάση, ρουλεμάν, φέρει, εδράνου, που φέρει