Lov στα ελληνικά

Μετάφραση: lov, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυνηγώ, κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού
Lov στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • los στα ελληνικά - άλκη, άλκες, μους, αλκών, moose
  • losos στα ελληνικά - σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού
  • lovec στα ελληνικά - κυνηγός, Hunter, κυνηγό, κυνηγού, κυνηγών
  • loď στα ελληνικά - βάρκα, πλοίο, πλοίου, πλοίων, του πλοίου, πλοία
Τυχαίες λέξεις
Lov στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυνηγώ, κυνήγι, θήρα, το κυνήγι, θήρας, κυνηγιού