Opustiť στα ελληνικά
Μετάφραση: opustiť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγκαταλείπω, φεύγω, παραιτούμαι, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- opulentní στα ελληνικά - άφθονος, πλουσιώτατος, πλούσιος, πολυτελή, πλούσια, πολυτελές
- opustený στα ελληνικά - ασυντρόφευτος, μόνος, μοναχικός, απόκοσμος, εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, ...
- opál στα ελληνικά - οπάλιο, opal, οπαλίνα, οπάλ
- opálení στα ελληνικά - μαύρισμα, βυρσοδεψώ, μαυρίζω, καφετί, tan, αχυρόχρωμο, καφέ, ...
Τυχαίες λέξεις
Opustiť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγκαταλείπω, φεύγω, παραιτούμαι, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Μεταφράσεις: εγκαταλείπω, φεύγω, παραιτούμαι, παρατάω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε