Postaviť στα ελληνικά
Μετάφραση: postaviť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόι, χτίζω, ανάστημα, κορμοστασιά, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί
Μεταφράσεις
- postavenie στα ελληνικά - τοποθεσία, τοποθετώ, θέση, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
- postavení στα ελληνικά - πάθηση, όρθιος, σταθμός, κύρος, θέση, τοποθετώ, τοποθεσία, ...
- posteľ στα ελληνικά - κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
- postoj στα ελληνικά - τοποθετώ, κορμοστασιά, συμπεριφορά, θέση, στάση, τοποθεσία, θέσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Postaviť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόι, χτίζω, ανάστημα, κορμοστασιά, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί
Μεταφράσεις: μπόι, χτίζω, ανάστημα, κορμοστασιά, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί