Príval στα ελληνικά

Μετάφραση: príval, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απερίσκεπτος, εξάνθημα, παράτολμος, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, πλημμύρες, τις πλημμύρες
Príval στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • prístroj στα ελληνικά - ταχύτητα, συσκευή, τέχνασμα, προσαρμόζω, μηχάνημα, συσκευής, συσκευές, ...
  • prístup στα ελληνικά - πρόσβαση, προσπέλαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
  • príčina στα ελληνικά - λόγος, αιτιολογία, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν
  • príšerný στα ελληνικά - άρρωστος, απαίσιος, φριχτός, βδελυρός, τραγελαφικός, απεχθής, νεκρώδης, ...
Τυχαίες λέξεις
Príval στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απερίσκεπτος, εξάνθημα, παράτολμος, πλημμύρα, πλημμύρας, πλημμυρών, πλημμύρες, τις πλημμύρες