Prudký στα ελληνικά
Μετάφραση: prudký, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μανιασμένος, καταρρακτώδης, ακάθεκτος, οξυδερκής, οξύς, κοφτός, απερίσκεπτος, άγριος, αιφνίδιος, απότομος, έντονος, μυτερός, φαρμακερός, γοργός, παράφορος, κοφτερός, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- prsteň στα ελληνικά - δαχτυλίδι, δακτυλίδι, μάτι, δακτύλιος, δακτυλίου, δακτύλιο, του δακτυλίου
- prudkosť στα ελληνικά - δριμύτητα, αυστηρότητα, σοβαρότητα, σοβαρότητας, βαρύτητα
- prudší στα ελληνικά - ευκρινέστερη, ευκρινέστερες, ευκρινείς, εντονότερη, έντονη
- pruh στα ελληνικά - δρομάκι, λωρίδα, εκδύω, πάροδος, ράβδωση, γυμνώνω, λωρίδας, ...
Τυχαίες λέξεις
Prudký στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μανιασμένος, καταρρακτώδης, ακάθεκτος, οξυδερκής, οξύς, κοφτός, απερίσκεπτος, άγριος, αιφνίδιος, απότομος, έντονος, μυτερός, φαρμακερός, γοργός, παράφορος, κοφτερός, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό
Μεταφράσεις: μανιασμένος, καταρρακτώδης, ακάθεκτος, οξυδερκής, οξύς, κοφτός, απερίσκεπτος, άγριος, αιφνίδιος, απότομος, έντονος, μυτερός, φαρμακερός, γοργός, παράφορος, κοφτερός, αιχμηρός, απότομη, αιχμηρά, αιχμηρές, αιχμηρό