Stráň στα ελληνικά
Μετάφραση: stráň, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατηφορίζω, πλαγιά, λοφοπλαγιά, γέρνω, πλαγιά του λόφου, λόφο, βουνοπλαγιά, πλαγιά ενός λόφου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stránkovať στα ελληνικά - σελιδοποίηση, σελιδοποίηση για, σελιδοποίηση για τα
- strávení στα ελληνικά - πέψη, χώνεψη, δαπανών, δαπάνες, των δαπανών, δαπάνη, οι δαπάνες
- stráž στα ελληνικά - φυλάω, σκοπός, σωματοφύλακας, καραούλι, φύλακας, φρουρά, φρουρώ, ...
- stráže στα ελληνικά - Φρουροί, Οι προφυλακτήρες, Φυλάκων, Φρουρών, Guards
Τυχαίες λέξεις
Stráň στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατηφορίζω, πλαγιά, λοφοπλαγιά, γέρνω, πλαγιά του λόφου, λόφο, βουνοπλαγιά, πλαγιά ενός λόφου
Μεταφράσεις: κατηφορίζω, πλαγιά, λοφοπλαγιά, γέρνω, πλαγιά του λόφου, λόφο, βουνοπλαγιά, πλαγιά ενός λόφου