Strohý στα ελληνικά
Μετάφραση: strohý, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, αυστηρός, κοφτός, απέριττος, λιτός, αυστηρό, λιτό
Μεταφράσεις
- strnutí στα ελληνικά - περίληψη, ύπνωση, έκσταση, σπασμοί, σπασμούς, σπασμών, τους σπασμούς, ...
- strofa στα ελληνικά - τρυπώ, βαρελοσανίδα, stave, αποτρέψει, εξορκίσει
- stroj στα ελληνικά - μηχανή, μηχάνημα, μηχανής, μηχανήματος, πλυντήριο
- stroje στα ελληνικά - μηχανήματα, μηχανημάτων, μηχανές, μηχανών, μηχανήματος
Τυχαίες λέξεις
Strohý στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, αυστηρός, κοφτός, απέριττος, λιτός, αυστηρό, λιτό
Μεταφράσεις: σύντομος, αυστηρός, κοφτός, απέριττος, λιτός, αυστηρό, λιτό