Uvoľniť στα ελληνικά
Μετάφραση: uvoľniť, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Μεταφράσεις
- uvedení στα ελληνικά - εισαγωγή, καθιέρωση, εισαγωγής, θέσπιση, εφαρμογή
- uvoľnené στα ελληνικά - κυκλοφορήσει, κυκλοφόρησε, απελευθερώνεται, απελευθερώνονται, απελευθερώθηκε
- uvážení στα ελληνικά - σκέψη, σεβασμός, διακριτικότητα, διακριτική ευχέρεια, εξουσία εκτιμήσεως, διακριτικής ευχέρειας, περιθώριο εκτιμήσεως
- uvážený στα ελληνικά - προσεκτικός, σκεπτικός, στοχαστικό, στοχαστικός, στοχαστική
Τυχαίες λέξεις
Uvoľniť στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
Μεταφράσεις: εκκρίνω, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση