Výprask στα ελληνικά

Μετάφραση: výprask, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έξοχος, ράπισμα, διασυρμός, γλείψιμο, γλείφει, licking, το γλείψιμο, γλειψίματος
Výprask στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • výplň στα ελληνικά - υλικό παραγεμίσματος, padding, γεμίσει, παραγέμισμα, παραγεμίσματος
  • výpočet στα ελληνικά - υπολογισμό, υπολογισμός, υπολογισμού, τον υπολογισμό, υπολογισμού που
  • výprava στα ελληνικά - οδοιπορία, εκστρατεία, αποστολή, αποστολής, εκστρατείας, expedition
  • výpust στα ελληνικά - διέξοδος, έξοδος, εξόδου, έξοδο, πρίζα, εξαγωγής
Τυχαίες λέξεις
Výprask στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έξοχος, ράπισμα, διασυρμός, γλείψιμο, γλείφει, licking, το γλείψιμο, γλειψίματος