Základní στα ελληνικά

Μετάφραση: základní, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιώδης, ριζικός, θεμελιώδης, καρδινάλιος, απαραίτητος, στοιχειώδης, βασικός, βασικού, βασικές, βασική, βασικών
Základní στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • zákazník στα ελληνικά - μουστερής, αγοραστής, πελάτης, πελάτη, πελατών, των πελατών, του πελάτη
  • základ στα ελληνικά - βάση, ουσία, ευτελής, βάθρο, θεμέλια, θεμέλιο, ίδρυμα, ...
  • základný στα ελληνικά - βασικός, βασικού, βασικές, βασική, βασικών
  • základy στα ελληνικά - θεμέλια, βάσεις, ιδρύματα, ιδρυμάτων, θεμελίων
Τυχαίες λέξεις
Základní στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιώδης, ριζικός, θεμελιώδης, καρδινάλιος, απαραίτητος, στοιχειώδης, βασικός, βασικού, βασικές, βασική, βασικών