Zamestnaní στα ελληνικά

Μετάφραση: zamestnaní, Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβακικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάληψη, κατοχή, επάγγελμα, μισθωτούς, μισθωτών, μισθωτή, μισθωτός, μισθωτοί
Zamestnaní στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • zamestnanie στα ελληνικά - δουλειά, θέση, κατάσταση, εργασία, απασχόλησης, απασχόληση, την απασχόληση, ...
  • zamestnankyne στα ελληνικά - υπάλληλος, εργαζομένων, των εργαζομένων, εργαζόμενος, εργαζόμενο
  • zamestnať στα ελληνικά - απασχολούν, χρησιμοποιούν, χρησιμοποιεί, απασχολεί, χρησιμοποιήσει
  • zamilovaný στα ελληνικά - ερωτικός, ερωτευμένος, στην αγάπη, ερωτευμένη, ερωτευμένων, ερωτευμένο
Τυχαίες λέξεις
Zamestnaní στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβακικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάληψη, κατοχή, επάγγελμα, μισθωτούς, μισθωτών, μισθωτή, μισθωτός, μισθωτοί