Část στα ελληνικά
Μετάφραση: část, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδιο, χωρίζω, μερίδα
Μεταφράσεις
- čvrst στα ελληνικά - συμπαγής, δυνατός, στερεός, ανθεκτικό, και ανθεκτικό, εύρωστη
- čára στα ελληνικά - επενδύω, παρατάσσω, ρυτίδα, συντρίβω, τρέχω, γραμμή, ραντίζω, ...
- čím στα ελληνικά - τι, CIM, την CIM
- čína στα ελληνικά - cina
Τυχαίες λέξεις
Část στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδιο, χωρίζω, μερίδα
Μεταφράσεις: μερίδιο, χωρίζω, μερίδα