Šivati στα ελληνικά

Μετάφραση: šivati, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράβω, ράψετε, ράψουν, ράψτε, ράψει
Šivati στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • široko στα ελληνικά - ευρέως, πλατέως, ευρύ, ευρεία, μεγάλη, ευρείας, μεγάλο
  • šivat στα ελληνικά - σκύλος, κυνηγώ, καταδιώκω, ράβω, ράψετε, ράψουν, ράψτε, ...
  • šiška στα ελληνικά - κότσος, κώνος, Šiška
  • škaf στα ελληνικά - σαπιοκάραβο
Τυχαίες λέξεις
Šivati στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράβω, ράψετε, ράψουν, ράψτε, ράψει