Αφοπλισμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: αφοπλισμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unarmed, disarmed, decommissioned
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αφοπλισμένος
disarmed
- αφοπλισμένος
Σχετικές λέξεις: αφοπλισμένος
αφοπλισμένος ο αστυνομικός της γειτονιάς, αφοπλισμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αφοπλισμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αφιλόξενος στα αγγλικά - inhospitable, unfriendly, the unfriendly
- αφομοίωση στα αγγλικά - assimilation, uptake, assimilation of, digestion
- αφοπλισμός στα αγγλικά - disarmament, disarming, disarm, disarmament of
- αφορίζω στα αγγλικά - excommunicate, unchurch
Τυχαίες λέξεις
Αφοπλισμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: unarmed, disarmed, decommissioned
Μεταφράσεις: unarmed, disarmed, decommissioned