Impresionista στα ελληνικά
Μετάφραση: impresionista, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιμπρεσιονιστικός, ιμπρεσιονιστής, εμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστών, ιμπρεσιονιστικά, ιμπρεσιονιστικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- impotentní στα ελληνικά - ανίκανος, ανίκανη, αδύναμοι, ανίσχυρη, ανίκανοι
- impozantní στα ελληνικά - εντυπωσιακός, εντυπωσιακή, Εντυπωσιακό, Εντυπωσιακά, Εντυπωσιακές
- improvizátor στα ελληνικά - αυτοσχεδιαστής, αυτοσχεδιάστρια, improviser, αυτοσχεδιαστή, αυτοσχεδιασμό
- impulzivní στα ελληνικά - ορμητικός, απερίσκεπτος, ακάθεκτος, ορμέμφυτος, σφυγμός, Pulse, παλμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Impresionista στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιμπρεσιονιστικός, ιμπρεσιονιστής, εμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστών, ιμπρεσιονιστικά, ιμπρεσιονιστικές
Μεταφράσεις: ιμπρεσιονιστικός, ιμπρεσιονιστής, εμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστής, Ιμπρεσιονιστών, ιμπρεσιονιστικά, ιμπρεσιονιστικές