Lastnik στα ελληνικά
Μετάφραση: lastnik, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Μεταφράσεις
- laskavec στα ελληνικά - αμάραντος
- laskavost στα ελληνικά - φιλανθρωπία, καλοσύνη, φιλοφρόνηση, ευγένεια, επιείκεια, φαντασιόπληκτος, ευφάνταστο, ...
- lastovka στα ελληνικά - καταπίνω, χελιδόνι, Καταπιείτε, Καταπίνετε, Να καταπίνετε
- latrína στα ελληνικά - μυημένος, αποχωρητήριο, αποχωρητήριο στρατού, αποχωρητηρίου, αποχωρητήρια, αποχωρητηρίων
Τυχαίες λέξεις
Lastnik στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
Μεταφράσεις: ιδιοκτήτης, κτήτορας, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο