Náboj στα ελληνικά
Μετάφραση: náboj, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυσίγγιο, φυσίγγι, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- numizmatik στα ελληνικά - νομισματοσυλλέκτης, νομισματολίγος, νομισματολόγο, νομισματολόγος, νομισματολόγου
- numizmatika στα ελληνικά - νομισματολογία, Νομισματική, Νομισματικής, νομισματολογίας
- nábor στα ελληνικά - στρατολόγηση, πρόσληψη, ένα σύνολο, ένα σύνολο από, μια σειρά από, μια σειρά, μια δέσμη
- nádraží στα ελληνικά - σταθμός, Nadrazi του, σταθμό Nádraží
Τυχαίες λέξεις
Náboj στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυσίγγιο, φυσίγγι, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
Μεταφράσεις: φυσίγγιο, φυσίγγι, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει