Oko στα ελληνικά

Μετάφραση: oko, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οφθαλμός, μάτι, ματιών, Eye, των ματιών, με τα μάτια
Oko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • okarína στα ελληνικά - οκαρίνα, ocarina, του ocarina
  • okno στα ελληνικά - παράθυρο, window, παραθύρου, το παράθυρο, παράθυρο του
  • okoli στα ελληνικά - γύρω, περίπου, για, περί, σχετικά με, σχετικά, για το
  • okolica στα ελληνικά - γειτονιά, μαχαλάς, περιοχή, περίχωρα, Περιβάλλον, Περιβάλλων χώρος, γύρω περιοχή, ...
Τυχαίες λέξεις
Oko στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οφθαλμός, μάτι, ματιών, Eye, των ματιών, με τα μάτια