Ευτέλεια στα αγγλικά

Μετάφραση: ευτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
baseness, meanness, worthlessness, meanness of
Ευτέλεια στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευτέλεια

meanness
  • ευτέλεια
  • μικροπρέπεια
  • χαμέρπεια
worthlessness
  • ευτέλεια
  • αναξιότης
  • αναξιότητα
  • μηδαμινότης
  • μηδαμινότητα

Σχετικές λέξεις: ευτέλεια

ευτέλεια ετυμολογία, ευτέλεια ορισμός, γλωσσική ευτέλεια, ευτέλεια συνώνυμο, ευτέλεια λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευτέλεια στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ευσυνείδητος στα αγγλικά - scrupulous, conscientious, conscionable, minded
  • ευσυνειδησία στα αγγλικά - righteousness, conscientiousness, scrupulousness, scrupulosity, conscientiously, diligence
  • ευτελής στα αγγλικά - base, shabby, tacky, cheap, worthless, soulless
  • ευτράπελος στα αγγλικά - jocular, waggish, facetious
Τυχαίες λέξεις
Ευτέλεια στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: baseness, meanness, worthlessness, meanness of