Porušení στα ελληνικά

Μετάφραση: porušení, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αθετώ, παραβιάζω, προσβολή, παραβίαση, παράβαση, αδίκημα, ρήγμα, κατεδαφίστηκε, κατεδαφιστεί, κατεδαφίζονται, κατεδαφίστηκαν, κατεδαφιστούν
Porušení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • portrétista στα ελληνικά - προσωπογράφος, προσωπογράφο, προσωπογράφου, πρωσοπογράφος
  • poruvan στα ελληνικά - βύθισμα
  • porušit στα ελληνικά - αθετώ, παραβιάζω, παραβαίνω, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, ...
  • poseben στα ελληνικά - ειδικός, ειδική, ειδικές, ειδικών, ειδικό
Τυχαίες λέξεις
Porušení στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αθετώ, παραβιάζω, προσβολή, παραβίαση, παράβαση, αδίκημα, ρήγμα, κατεδαφίστηκε, κατεδαφιστεί, κατεδαφίζονται, κατεδαφίστηκαν, κατεδαφιστούν