Sentimentální στα ελληνικά
Μετάφραση: sentimentální, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεμψίμοιρος, συναισθηματικός, συναισθηματική, Αισθηματικά, συναισθηματικό, Αισθηματικά Αστυνομικά, συναισθηματικούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- senilní στα ελληνικά - γεροντικός, γεροντική, γεροντικής, της γεροντικής, η γεροντική
- seno στα ελληνικά - σανός, Hay, σανό, Σανού, χόρτου
- senzitivní στα ελληνικά - ευερέθιστος, εύθικτος, ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
- senzor στα ελληνικά - ανιχνευτής, αισθητήρας, αισθητήρα, του αισθητήρα, αισθητήρων, αισθητήριο
Τυχαίες λέξεις
Sentimentální στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεμψίμοιρος, συναισθηματικός, συναισθηματική, Αισθηματικά, συναισθηματικό, Αισθηματικά Αστυνομικά, συναισθηματικούς
Μεταφράσεις: μεμψίμοιρος, συναισθηματικός, συναισθηματική, Αισθηματικά, συναισθηματικό, Αισθηματικά Αστυνομικά, συναισθηματικούς