Skeptik στα ελληνικά

Μετάφραση: skeptik, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκεπτικιστής, δύσπιστος, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική
Skeptik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • skelet στα ελληνικά - σκελετός, δομή, σκελετό, σκελετού, του σκελετού
  • skepse στα ελληνικά - σκεπτικισμός, απαισιοδοξία, σκεπτικισμό, σκεπτικισμού, τον σκεπτικισμό, ο σκεπτικισμός
  • skica στα ελληνικά - σκίτσο, σκιαγράφηση, διατυπώνω, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
  • skif στα ελληνικά - SKIF
Τυχαίες λέξεις
Skeptik στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκεπτικιστής, δύσπιστος, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική