Užívat στα ελληνικά
Μετάφραση: užívat, Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σλοβενικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολαμβάνω, χαίρω, χρήση, χρησιμοποιώ, Σου, σας, κάνετε, το κάνετε, να κάνετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- užití στα ελληνικά - αίτηση, εφαρμογή, χρήση, προσήλωση, φαγώσιμος, φαγώσιμο, φαγώσιμα, ...
- užít στα ελληνικά - χρήση, χρησιμοποιώ, φαγώσιμος, φαγώσιμο, φαγώσιμα, εδώδιμα, τρώγεται
- v στα ελληνικά - σε, εντός, μέσα, στο, στην, στη, στον
- vaba στα ελληνικά - κράτηση, κηδεμονία, φύλαξη, δόλωμα, το δόλωμα, Bait, δολώματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Užívat στα ελληνικά - Λεξικό: σλοβενικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, χαίρω, χρήση, χρησιμοποιώ, Σου, σας, κάνετε, το κάνετε, να κάνετε
Μεταφράσεις: απολαμβάνω, χαίρω, χρήση, χρησιμοποιώ, Σου, σας, κάνετε, το κάνετε, να κάνετε