Äkta στα ελληνικά
Μετάφραση: äkta, Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
σουηδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, πραγματικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ägg στα ελληνικά - αυγό, αυγά, αυγών, τα αυγά, των αυγών, αβγά
- ägna στα ελληνικά - αφιερώσει, αφιερώσουν, αφιερώνουν, αφιερώνει, αφιερώσουμε
- äktenskap στα ελληνικά - γάμος, παντρειά, γάμου, γάμο, το γάμο, του γάμου
- äktenskapsbrott στα ελληνικά - μοιχεία, Η μοιχεία, μοιχείας, για μοιχεία, της μοιχείας
Τυχαίες λέξεις
Äkta στα ελληνικά - Λεξικό: σουηδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, πραγματικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής
Μεταφράσεις: αληθής, γνήσιος, αυθεντικός, πραγματικός, γνήσια, πραγματική, γνήσιο, πραγματικής